Όταν λοιπόν περνάς τα βάσανα του Ιησού Χριστούλη και να βρίσεις δικαιολογείσαι, και να αρπάξεις απ' το λαιμό δικαιολογείσαι, τον κάθε ταλαίπωρο που θα εναντιωθεί στην παράνοιά σου, και να αποσυνθέσεις την οδοντοστοιχία δικαιολογείσαι, του κάθε όχι ταλαίπωρου που εξειδικεύεται στο να σου δηλώνει πόσο απελπισμένη ήταν η μάνα που τον έφερε στον κόσμο τούτο.
Υπό το πρίσμα αυτό, το αλλήθωρα διαλλακτικό, μοίρασε μπουκετίδι ένας ασθενής καρκινοπαθής σήμερα σε γνωστό ιν στέκι-κλινική καρκινοπαθούντων και καρκινοπαθουσών. Η αιτία, πόσο μάλλον η αφορμή, δεν μας ενδιαφέρουν, γιατί όλοι οι υπόλοιποι ομοιοπαθείς το διασκέδασαν με την ψυχή τους και πετούσαν ανέμελοι στο τέλος του ματς στον αέρα τα φιλμάκια των ακτινογραφιών τους ανταλλάσσοντας κοτσομπολιά για τους καλύτερους μαγνητογράφους που κυκλοφορούν στους καταλόγους "Οι Καλύτεροι Μαγνητογράφοι Που Κυκλοφορούν". Ακούγεται μακάβριο. Αλλιώς να το βλέπεις όμως. Ε....τι? Ακόμα πιο μακάβριο.
Παρόλα αυτά, ομολογώ πως όταν ζεις εκ των έσω μια κατάσταση τέτοια, αντιλαμβάνεσαι ότι η λογική, μας έχει αφήσει χρόνους και λειτουργούν τα ένστικτα της επιβίωσης και του ασυγκράτητου όχλου:
Διπλωματούχος Επιστήμονας, σε λευκό συνολάκι
+
ασθενής με φλέβες όξω από την αγανάκτηση, συνολάκι αδιάφορο αυτή τη στιγμή
=
σβέρκωμα, βρωμόξυλο, μπερτάκι
-------->>> ξέφρενη χαρά ομήγυρης, τηνιακός μπάλος, τσικουδιές και τα συναφή.
Θέλεις μήπως να σκάψεις με τα νύχια μια λακκούβα και να αλαφροπηδήσεις μέσα από την αμηχανία μπροστά στο ξεφάντωμα το χαρίεν? Μήπως σκέφτεσαι πως είναι με την ψυχή στο στόμα να προκάμουν την καθημερινή τους δόση ακτινοβολίας και βρίζονται απελπισμένοι με τους γιατρουδάκους που το παίζουν Παπανικολαουγιώργηδες? Σκέφτεσαι ότι πρέπει να πουλήσουν στη μαύρη τα παιδιά τους για να αντεπεξέλθουν στο κόστος των θεραπειών? Σκέφτεσαι ότι πολλοί απ' αυτούς αμφίβολο αν θα ξαναδούν Καθαρά Δευτέρα και καλοκαίρι? Αν ναι, ΚΑΛΩΣ! Λειτουργεί ενθαρρυντικά να τρώνε στη μάπα την θλιμμένη αφεντομουτσουνάρα σου και να καταπίνουν γερές δόσεις μίρλας σε κάθε λυπητερό βλέμμα άπλυτου άστεγου που ρίχνεις.
Πες μου κάτι, καθώς θρηνείς για χάρη τους, και -φυσικά- μπροστά τους:
Ποιος σου εγγυάται, αγαπητέ φίλε, ότι εσένα δε θα σε πολτοποιήσει μόλις εξέλθεις της οικίας σου, ένα αμόνι που θα πέσει από τον πέμπτο όροφο στην γκλάβα σου?
Επομένως, α πάενε απ' εδώ (βαριά κουβέντα, βαριά προφορά, βαριά κι η πούδρα του τσολιά), ρούφα τις μύξες σου και απόλαυσε το σουρεαλισμό χωρίς φόβο και πάθος.