Εντάξει. Κάποιες φορές χρειάζεται να εκμεταλλευτείς τις γνώσεις των υπαλλήλων τραπέζης. Πρέπει βέβαια να εισέρχεσαι στο κατάστημα σκυφτός, γεμάτος σύνεση και ευγνωμοσύνη προς το ακαδημαϊκό τους μεγαλείο. Οφείλεις, καθότι ευγενής εκ γενετής -κοινώς μέγιστο θύμα- να ξεκινήσεις την κουβεντούλα σας με χαιρετούρα καλημεριώτικη αν είσαι ξάγρυπνος όλη νύχτα για να μπουκάρεις πρώτος ώστε μην πετύχεις ουρές, καλησπεριώτικη αν τους ενοχλάς μετά τις 12 και χαιρετιώτικη αν δεν ξέρεις που παν τα τέσσερα. Να ενημερώσω ότι τα τέσσερα - παλληκάρκα- πασίν στον πόλεμο, αλλά δεν είναι της Παρούσης. Είναι του Αγνώστου Κύπριου δημιουργού. (Αν και μεταξύ μας, η Παρούση φαίνεται πιθανότερη..)
Αν ξεπεράσεις τη στυγνή αδιαφορία - απαξίωση που ακολουθεί την όλο θέρμη χαιρετούρα σου, περνάς στο στάδιο που πρέπει να αντικρούεις τις μπαλιές ξερολίασης στο διαλογικό τερέν, που εξελίσσεται σε καταιγιστικό μονόλογο εφόσον προλαβαίνεις δεν προλαβαίνεις να πεις τα καθιερωμένα "μα", "εγώ", "κοιτάξτε" και εν συνεχεία "μ", "εγ", "κοιτ". (Πάντοτε φαντασιωνόμουν τους κομμένους φθόγγους-παραγώγους λογομαχίας, ενσωματωμένους σε τριπ χοπ μελωδίες: εγ εγ- για για- κοιτ κοιτ - γιο!).
Το μονόμπατο διαξιφισμό διακόπτει η οπτασία-διευθυντής της τραπέζης που περνάει ξυστά από τα πελατόμουτρα και τα τυλίγει με το σαγηνευτικό του άρωμα και τον ανάλογο βηματισμό που μεταφράζεται ως "είμαι ο τραπεζικός πηδήκουλας, έχω τεράστια καμπανέλια, γι' αυτό κατάφερα να είμαι διευθυνταράς και το καλύτερο όλων: έχω δερμάτινη καρέκλα που δεν έχουν τα άλλα παιδάκια". Δέος και σύγκρυο. Δεν πειράζει που δεν καταλαβαίνω γιατί στην ψωροκώσταινα οι διευθυντές εταιριών και τραπεζών ΠΡΕΠΕΙ να έχουν ιδιωτικό χώρο, με γραφείο σε αναλογίες τραπεζιού πινγκ πονγκ, οπωσδήποτε δερμάτινη καρέκλα και ξυλόγλυπτη βιβλιοθήκη με ανέγγιχτα βιβλία που κερδίζουν τις εντυπώσεις του Κανένα. Άντε...κέρδισες και ένα φάσκελο από μένα τον κανένα, κύριε διευθυντά, να στολίσεις την κροκό μολυβοθήκη σου.
Αν ξεπεράσεις το ρίγος που σε διαπέρασε με το πέρασμα του περαστικού-τουρίστα διευθυντή, πρέπει να βρεις το σθένος να αντιμετωπίσεις τους έμπειρους της τραπέζης. Βαδίζουν αισίως προς την εξηκονταετή τους θητεία στη ζωή και όχι μόνο έχουν πι ειτζ ντι στον ξερολισμό, φωνασκούν και δηλώνουν την παρουσία τους με αλησμόνητο τρόπο. Η καημένη Ε., πλησίασε μια μαντάμ να της ζητήσει πληροφορίες και από τη στιγμή που η καράσχετη μαντάμ απευθύνθηκε στον Έμπειρο, όλο το κατάστημα γνώριζε τι ακριβώς ήθελε η Ε., τι χρώμα βρακί φορεί, καθώς και την προτίμησή της στο βισκόζ και τον ελληνικό καφέ. Απρόσμενη μπουνιά στη loud μάπα, χωρίς δεύτερη σκέψη. Την κάνεις όμως την καταραμένη τη δεύτερη, και γλιτώνει ο Έμπειρος πεταμένα δόντια ανάμεσα στα συμβόλαια.
Να κλείσω με την αδυναμία μου, την οποία συνειδητοποίησα πλήρως, μόλις σήμερα. Γυναίκες τραπεζικοί υπάλληλοι, που για να πληκτρολογήσουν, χρησιμοποιήσουν φωτοτυπικό, τηλεφωνήσουν, μετρήσουν χρήματα, ψάξουν χαρτιά, ξύσουν αυτί, έχουν "κλειδώσει" τα χεράκια σε στάση ακρίδας, με τα δυο τελευταία δαχτυλάκια (εξάλλου για μόστρα μας δόθηκαν από τη μητέρα Εξέλιξη), σε αγκύλωση προς τα πάνω. Το δε τελευταίο και μικρότερο, κοντεύει να πιάσει καρπό από το γύρισμα. Είναι πολύ σοβινιστική η επιθυμία μου να χώσω μια σπρωξιά στις χειρανάπηρες υπαλλήλους και να αναθέσω τις αρμοδιότητές τους σε βατόμουρα?
Σχεδόν τολμώ να πω ότι προτιμώ Δημόσιο!